ΑΦΙΕΡΩΜΑΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Π. ΤΣΑΡΟΥΧΑΣ ΜΑΣ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ “ΚΑΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΙΣ ΕΙΧΑΜΕ ΣΧΕΔΟΝ ΝΙΚΗΣΕΙ”

Λίγες, μόλις, ημέρες πριν την πρεμιέρα της νέας θεατρικής παράστασης, όπου πρωταγωνιστεί, της θρυλικής «Στέλλας», του Μιχάλη Κακογιάννη, που μεταφέρεται στο θέατρο για πρώτη φορά, ο Πασχάλης Τσαρούχας βρέθηκε τη Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017 στο «Άλλο καφενείο» στην Κατερίνη, για την παρουσίαση του νέου του βιβλίου, «Και να σκεφτείς είχαμε σχεδόν νικήσει», από τις εκδόσεις Όστρια, το οποίο υπογράφει με το πραγματικό του όνομα, Πασχάλης Παπατσαρούχας.

Την παρουσίαση έκαναν ο Θεοχάρης Μπικηρόπουλος (Λογοτέχνης), η Γιώτα Τσερτεκίδου (ποιήτρια), η Μαρία Ιωαννίδου (ραδιοφωνική παραγωγός), ενώ αποσπάσματα διάβασαν ο Νίκος Ραφαηλίδης (Ηθοποιός- Συγγραφέας), η Αναστασία Κοσμά (μαθήτρια Λυκείου και θεατρικής τέχνης) και ο ίδιος ο συγγραφέας.


Το βιβλίο σε ταρακουνά να αντιδράσεις απέναντι στον… ίδιο σου τον εαυτό. «Δούλεψε ρήγματα στο σάπιο κύκλο. Χτίσε εσύ τον κόσμο που ονειρεύεσαι». «Να σκέφτεσαι. Να δρας. Να αντιδράς. Να υπάρχεις».
Μία δραματική ερωτική ιστορία, σε μία χώρα που φλέγεται, παρακινεί πρωταγωνιστές και αναγνώστες να κάνουν τον προσωπικό τους αγώνα. Με ποιο τρόπο; Ο συγγραφέας προτείνει τη δική του εναλλακτική μέσα από το βιβλίο: Με Αγάπη, Συνείδηση, Αλληλεγγύη, Εργατικότητα, Δημιουργία, Μωρά.

Πολλά μηνύματα, πολλά ερεθίσματα, πολλές προτροπές… πολλά όλα σε μία νουβέλα μόλις 165 σελίδων.

Όταν ξεκινάς να διαβάζεις το βιβλίο του Πασχάλη, δεν σταματάς μέχρι να φτάσεις στην τελευταία λέξη. Σε κρατά εκεί, σε κάθε σελίδα, σε κάθε φράση. Σε κάνει θεατή σε μία κινηματογραφική ταινία, όπου εκτός από τα λόγια, ακούς τη μουσική, τους ήχους του δρόμου, τις καρδιές που χτυπούν, τη μηχανή του πρωταγωνιστή που ανάβει.
Και όταν φτάνεις στο τέλος, το αίσθημα που νιώθεις είναι σαν να θέλεις να αποχαιρετήσεις τον παλιό σου βολεμένο εαυτό και να υποδεχτείς εκείνον που νιώθει δυνατός και έτοιμος για την ανατροπή, παντού. Θα το κάνεις όμως;


Για τον Πασχάλη Τσαρούχα δεν χρειάζεται να πω πολλά. Ο καθένας εξάλλου έχει τη δική του εικόνα για εκείνον μέσα – κυρίως – από την καλλιτεχνική του πορεία. Ξέρω όμως, από το λίγο που τον γνωρίζω, ένα μόνο: Σε ό,τι κάνει, καταθέτει την ψυχή του. Κι αυτό για έναν και μόνο λόγο. Γιατί είναι αληθινός. Σε όλα.
Το βιβλίο του, έχει ήδη φύγει από τα χέρια του και «ταξιδεύει» ανά την Ελλάδα. Εκείνος όμως είναι εδώ, παρών να μιλήσει για την ανάγκη που τον οδήγησε να γράψει αυτό το βιβλίο.

Ποια είναι η ανάγκη που σε οδήγησε στη συγγραφή αυτού του βιβλίου; Στην παρουσίασή του δήλωσες ότι πιστεύεις στον άνθρωπο. Στη δύναμή του. Στην αγάπη. Είναι δυνατή και ικανή να νικήσει τα πάντα, ή όπως λέει ο τίτλος του «έχουμε σχεδόν νικήσει»;

«Το βιβλίο αυτό αποτελεί το αποτύπωμα της εποχής που ζούμε. Το αποτύπωμα της προσωπικής μου και όχι μόνο, ματιάς στην εποχή αυτή.  Σε καιρούς που επιχειρείται η ολοκληρωτική απόκρυψη, παραχάραξη και «επανασυγγραφή» της ιστορίας, το βιβλίο αυτό έρχεται να βάλει ένα εμπόδιο σ’ αυτήν τη σκοτεινή διαδικασία.
Η αγάπη, η δύναμη του ανθρώπου, προφανώς και είναι ικανή για νίκες. Για βήματα αποφασιστικά προς το καλό. Ολοκληρωτικά όμως, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για νίκη ή για ήττα. Δεν υπάρχει η μία χωρίς την άλλη. Βρίσκονται σε διαρκή αλληλεξάρτηση. Και φυσικά, καθένας ζει αυτό που αναλογεί στην εποχή του, αλλά και στον ουσιαστικό αγώνα ζωής που κάνει ο ίδιος. Άλλωστε, όταν λες ότι έχεις σχεδόν νικήσει, αυτεπάγγελτα εννοείς ότι έχεις και σχεδόν ηττηθεί. Στον καθημερινό αγώνα του ανθρώπου για το καλό προτιμώ να εστιάζω.»


Ο τίτλος του βιβλίου είναι από μόνος του μια ιστορία. Ποιος είναι ο αγώνας σήμερα; Ποιους νικήσαμε; Ή μήπως από ποιους χάσαμε;

«Νικήσαμε, σε πρώτο επίπεδο, τον κακό μας εαυτό. Το βόλεμα και τον φόβο, έως ένα σημείο. Ηττηθήκαμε από τον κακό μας εαυτό επίσης, ο οποίος ξεγελάστηκε, προδόθηκε και δεν τόλμησε να αντισταθεί και να ανταπεξέλθει ικανά στη νέα πρόκληση. Όπως είπα και πριν όμως, νίκες και ήττες βρίσκονται σε εναλλαγή. Τίποτα δεν έχει τελειώσει, εφ΄ όσον τίποτα δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως οριστικό από τη στιγμή που οι μέρες εξακολουθούν να ξημερώνουν, οι άνθρωποι συνεχίζουν να ονειρεύονται και να γεννούν νέα πλάσματα. Μωρά.»

H προσωπική ζωή των πρωταγωνιστών επηρεάζεται από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Στην αληθινή ζωή, σε ποιο βαθμό οφείλουμε να επιτρέψουμε τέτοιους είδους παρέμβαση, τόσο στο χαρακτήρα όσο και στην ψυχολογική μας κατάσταση;

«Πιστεύω ότι κανείς δεν μπορεί να ζήσει αγνοώντας την πραγματικότητα της κοινωνίας στην οποία συμμετέχει. Αυτή πάντα είναι που καθορίζει τόσο την ποσότητα, όσο και την ποιότητα των συναισθημάτων, των υλικών αναγκών. Η ίδια είναι  που ορίζει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ επιβίωσης και διαβίωσης, που οριοθετεί τις κόκκινες γραμμές σε συνάρτηση με το αξιακό σύστημα κάθε εποχής. Οι ήρωες του βιβλίου, δεν μπορούν παρά να είναι κομμάτια αυτής της κοινωνίας, να απολαμβάνουν ή να πληρώνουν το κόστος των επιλογών τους, άλλοτε από προσωπική επιλογή και άλλοτε επειδή απλώς, μπλέχτηκαν εκεί που δεν τους αναλογούσε.
Δεν εξαρτάται πάντα από εμάς τους ίδιους το πόσο και το πότε, όταν πραγματικά συμβαίνουν τα πράγματα. Η όποια πνευματική δουλειά, με τον εαυτό μας πρώτα απ’ όλα, χρειάζεται να έχει γίνει με συνειδητότητα τους καιρούς της γαλήνης. Όταν η κοινωνία φλέγεται, καθένας πάει στη φωτιά με όποια εφόδια έχει ήδη κατακτημένα. Πολλοί δεν παν καθόλου.»


Στο βιβλίο υπάρχει αναφορά σε αληθινά γεγονότα (συλλαλητήρια και επεισόδια στην Αθήνα, δίκη της SIEMENS), σε υπαρκτά πολιτικά πρόσωπα (χωρίς την αναφορά ονομάτων)και σε κινήματα. Διακρίνει κανείς την απογοήτευσή σου από την εξέλιξη των γεγονότων και τη συμπεριφορά ανθρώπων. Αλλά ταυτόχρονα και την αισιοδοξία σου ότι ο άνθρωπος ΜΠΟΡΕΙ να τους νικήσει όλους;

«Σωστά το περιγράφεις. Απογοήτευση όχι όμως. Έκπληξη πάντα, για το κακό που ελλοχεύει παντού. Αν θα μπορούσα να το πω με μια λέξη, η αγωνία μου είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Αγωνία για το πού πάει τελικά αυτό το τραίνο, για το αν μπορούμε να ανέβουμε επάνω για το ταξίδι, αν τελικά είναι αρκετή η δύναμή μας ώστε να αλλάξουμε το δρομολόγιο ή απλώς, πρέπει να περιοριστούμε στη δολιοφθορά  εναντίον του κακού, παράγοντας, με ασύλληπτο κάθε φορά προσωπικό κόστος, μικρές ικανές δόσεις καλού.»

Από το βιβλίο σου «Τώρα μπορείς να με σφάξεις» – έως το τωρινό «Και να σκεφτείς είχαμε σχεδόν νικήσει», έχω την αίσθηση ότι έγινες πολύ πιο τολμηρός απέναντι στο κοινό σου. Το ταρακουνάς να αντιδράσει. Πιστεύεις ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή γι΄ αυτό, ή ότι τώρα είναι εκείνο έτοιμο για κάτι τέτοιο;
«Για να είμαι ειλικρινής, είναι η εποχή που το ζήτησε. Το σημαντικότερο όμως, πιστεύω πως είναι, ότι μάλλον εγώ είμαι έτοιμος τώρα γι’ αυτό που περιγράφεις.»

Υπάρχει σήμερα μέλλον για το τόπο μας; «Δυστυχώς καμία πολιτική παράταξη δεν αξιώνεται να εκφράσει τον κόσμο που αντιδρά», αναφέρεις στο βιβλίο. Οπότε σήμερα «Ζητείται ελπίς» που; Ποια είναι η δική σου εναλλακτική κατά το βιβλίο;
«Η δική μου εναλλακτική, αναφέρεται στο βιβλίο: Αγάπη,  Συνείδηση,  Αλληλεγγύη,  Εργατικότητα,  Δημιουργία,  Μωρά.
Το ότι ο ήρωας δεν βλέπει την ελπίδα, δεν σημαίνει ότι η ελπίδα δεν υπάρχει. Όπως έλεγε κι ένα σύνθημα σε κάποιο τοίχο: Πρέπει να φτιάξουμε τον τόπο που θα ξανασυναντηθούμε.»
Το βιβλίο του Πασχάλη Τσαρούχα «Και να σκεφτείς είχαμε σχεδόν νικήσει», από τις εκδόσεις Όστρια, μπορείτε να το βρείτε και στο βιβλιοπωλείο «Μάτι», Αβέρωφ 4, Κατερίνη.

Back to top button